Loading...
 Start Page
Κυρία  Ζωή Κωνσταντοπούλου Πρόεδρο της Βουλής των Ελλήνων

Αξιότιμη κα Πρόεδρε της Βουλής

Απευθύνομαι σε εσάς με την διπλή σας ιδιότητα ως Προέδρου της Βουλής αλλά και ως Προέδρου της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, αιτούμενος την σύγκλιση της ως άνω επιτροπής σε ειδική συνεδρίαση, προκειμένου να συζητηθεί το μείζον ζήτημα της παράνομης και σκανδαλώδους δανειοδότησης των συστημικών ΜΜΕ, όπως αυτή προέκυψε, από κοινοβουλευτικό έλεγχο που άσκησα εγώ ο ίδιος, με αφορμή την πρόσφατη περίπτωση της θυγατρικής εταιρείας της «Καθημερινής», με την επωνυμία «Καθημερινές Εκδόσεις Α.Ε.», η οποία μεταξύ άλλων εκδίδει τις εφημερίδες «Καθημερινή» και «Καθημερινή της Κυριακής», συμφερόντων της οικογένειας Αλαφούζου, η οποία παράλληλα ελέγχει τον τηλεοπτικό σταθμό εθνικής εμβέλειας «ΣΚΑΪ».

 

Το ανωτέρω ΜΜΕ, σύμφωνα με ανακοίνωσή του στο ΧΑΑ, σύνηψε νέο ομολογιακό δάνειο 36.000.000 ευρώ με τις τέσσερις συστημικές, ανακεφαλαιοποιημένες και χρηματοδοτούμενες με δημόσιους χρηματοδοτικούς πόρους τράπεζες, ήτοι τις Τράπεζα Πειραιώς, Εθνική Τράπεζα, Alpha Bank και Eurobank, το οποίο χορηγήθηκε για την αναχρηματοδότηση του υφιστάμενου, ληξιπρόθεσμου τραπεζικού δανεισμού του ως άνω ΜΜΕ, ενώ, ταυτόχρονα, ποσό 4.100.000 ευρώ εκταμιεύθηκε στην ίδια την ως άνω πιστούχο εταιρεία σε νέο, ζεστό χρήμα, ως συμπληρωματική πιστωτική χορήγηση για την κάλυψη τρεχουσών υποχρεώσεων και επιχειρηματικών αναγκών του εν λόγω ΜΜΕ.

 

Όπως καλώς γνωρίζετε, η πλειονότητα των συστημικών ΜΜΕ παραπαίουν οικονομικά, οι μέτοχοι τους δεν βάζουν το χέρι στην τσέπη, ενώ, εκτός από τις ληξιπρόθεσμες οφειλές τους στις τράπεζες, έχουν ταυτόχρονα και τεράστιες, δυσανάλογες των οικονομικών μεγεθών τους, οφειλές σε φόρους, ασφαλιστικές εισφορές και ηλεκτρικό ρεύμα.

 

Παράλληλα όμως, οι ως άνω μέτοχοι των εν τοις πράγμασι πτωχευμένων αυτών συστημικών ΜΜΕ, χρησιμοποιούν την επιρροή των μέσων που διαθέτουν για την προώθηση των δικών τους συμφερόντων από άλλες επιχειρηματικές δραστηριότητες, διαμορφώνοντας και επηρεάζοντας την κοινή γνώμη, πιέζοντας έτσι την εκάστοτε κυβέρνηση να συναινεί στα έργα και τις ημέρες τους, υπό την απειλή της αρνητικής δημοσιότητας.

 

Ταυτόχρονα, η ρευστότητα των τεσσάρων συστημικών τραπεζών, που συνεχίζουν να χρηματοδοτούν παράνομα τα εν λόγω συστημικά ΜΜΕ, εξασφαλίζεται με τις τεράστιες θυσίες του ελληνικού λαού και τις διαπραγματευτικές προσπάθειες που καταβάλλει σε καθημερινή σχεδόν βάση η Κυβέρνηση με τους Θεσμούς της ΕΕ, αποκλειστικά και μόνο από το μηχανισμό έκτακτης παροχής ρευστότητας ELA της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ) και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), με ενέχυρα εγγυήσεις του Ελληνικού Δημοσίου και, ειδικότερα, με την παροχή εγγυήσεων ειδικών γα το σκοπό αυτό εκδόσεων ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου, ήτοι με δημόσιους χρηματοδοτικούς πόρους.

 

Έτσι, η κατά τα ανωτέρω χρηματοδότηση των συστημικών ΜΜΕ, παραβιάζει, ευθέως, κάθε κανόνα νομιμότητας και τραπεζικής δεοντολογίας, αφού είναι προδήλως αντίθετη με τις κατά τη Συνθήκη της Βασιλείας ισχύουσες εθνικές και ευρωπαϊκές νομοθετικές διατάξεις και τις Πράξεις του Διοικητή της ΤτΕ και του Προέδρου της ΕΚΤ, περί δανεισμού νομικών προσώπων, καθώς επίσης και με τις θεμελιώδεις και νομοθετικά κατοχυρωμένες αρχές λειτουργίας του τραπεζικού συστήματος, ήτοι τις αρχές της ασφάλειας, της ρευστότητας, της αποδοτικότητας και του υπεύθυνου δανεισμού, αφού τα εν λόγω ΜΜΕ είναι κατ’ αρχήν ζημιογόνα, στερούμενα ακόμη και ιδίων κεφαλαίων, με τους ορκωτούς λογιστές-ελεγκτές τους να αναφέρουν στα συνημμένα στις ετήσιες οικονομικές τους καταστάσεις πιστοποιητικά ελέγχου που τους χορηγούν ετησίως, ότι οι υποχρεώσεις τους είναι μεγαλύτερες από το κυκλοφορούν ενεργητικό τους, με αποτέλεσμα να εμφανίζουν σοβαρό πρόβλημα ρευστότητας και έτσι, η εξυπηρέτηση των υφιστάμενων και ληξιπρόθεσμων δανειακών τους υποχρεώσεων να καθίσταται στην πράξη αδύνατη και ότι, λόγω της ως άνω αρνητικής καθαρής τους θέσης, για το σύνολο των ιδίων κεφαλαίων τους συντρέχουν οι προϋποθέσεις των άρθρων 47 και 48, Ν. 2190/1920 περί ανωνύμων εταιρειών, δηλαδή, ότι τα συγκεκριμένα αυτά ΜΜΕ πρέπει να ανακεφαλαιοποιηθούν άμεσα, με αύξηση του μετοχικού τους κεφαλαίου ή να τους αφαιρεθεί η άδεια λειτουργίας και να τεθούν σε εκκαθάριση, με αποτέλεσμα να καθίσταται έτσι απαγορευτική, πρωτίστως εκ του νόμου και δευτερευόντως μόνον από την τραπεζική δεοντολογία και πρακτική, η κάθε τύπου και μορφής δανειοδότηση, αναχρηματοδότηση, πιστωτική χορήγηση και εξυπηρέτηση προς αυτά.

 

Ειδικότερα, οι τέσσερις συστημικές τράπεζες, σύνηψαν και συνομολόγησαν τις εν λόγω πιστωτικές συμβάσεις των ανωτέρω συστημικών ΜΜΕ και χορήγησαν τις σχετικές με αυτές πιστώσεις όλως παρανόμως, αφού διαχειρίστηκαν τον κατά τη Συνθήκη της Βασιλείας κίνδυνο ρευστότητας, τον πιστωτικό κίνδυνο, τον κίνδυνο αγοράς και τον λειτουργικό κίνδυνο, ως εξής :

 

• αντίθετα με τις αρχές και το πλαίσιο του Παραρτήματος II, ΠΔ/ΤΕ 2560/01.04.2005,

• αντίθετα με την αρχή του Υπεύθυνου Δανεισμού και την ΚΥΑ Ζ1-699/ΦΕΚ Β΄ 917/2010 «Προσαρμογή της Ελληνικής νομοθεσίας προς την οδηγία 2008/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Απριλίου 2008 για τις συμβάσεις καταναλωτικής πίστης και την Κατάργηση της Οδηγίας 87/102/ΕΟΚ του Συμβουλίου που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα των ΕΚ, αριθμ. L 133 της 22/05/2008» των Υπουργών Οικονομικών – Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που ενσωμάτωσε την Οδηγία 2008/48/ΕΚ στο εσωτερικό δίκαιο,

• αντίθετα με τις θεμελιώδεις αρχές της Ρευστότητας, της Ασφάλειας και της Αποδοτικότητας,

• αντίθετα με το εποπτικό πλαίσιο του Συμφώνου της Βασιλείας του 1988 (Basle Capital Accord),

• αντίθετα με το εποπτικό πλαίσιο και τις υποχρεώσεις κεφαλαιακής επάρκειας του άρθρου 28, ν. 3601/2007, της ΠΔ/ΤΕ 2595/20.8.2007 και του άρθρου 27, ν. 3601/2007, καθώς και αντίθετα με τις ΠΔ/ΤΕ 2630/2010, 2588/2007, 2589/2007, 2590/2007, 2646/2011, 2655/19.03.2012, 2645/2011, 2594/2007, 2595/2007, 2635/2010 και ΠΔ/ΤΕ 2620/28.08.2009, με τις οποίες ολοκληρώθηκε, κατ’ εξουσιοδότηση του ν. 3601/2007, η ενσωμάτωση στο ελληνικό δίκαιο των εξειδικευμένων διατάξεων των Οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ, σχετικά με την επάρκεια των ιδίων κεφαλαίων των πιστωτικών ιδρυμάτων που εδρεύουν στην Ελλάδα, γνωστό κατά τα ανωτέρω και ως ΒΑΣΙΛΕΙΑ II (26/06/2004) και, ειδικότερα, αντίθετα με τον ΠΥΛΩΝΑ 1, που αφορά τις μεθόδους προσδιορισμού των κεφαλαιακών απαιτήσεων έναντι των κινδύνων που κατά κανόνα αντιμετωπίζουν τα πιστωτικά ιδρύματα στο πλαίσιο της άσκησης των δραστηριοτήτων τους και καθιερώνονται κεφαλαιακές απαιτήσεις και για το λειτουργικό κίνδυνο, αντίθετα με τον ΠΥΛΩΝΑ 2, που αφορά τις αρχές, τα κριτήρια και τη διαδικασία με την οποία οι πιστώτριες τράπεζες αξιολογούν την επάρκεια των κεφαλαίων και των συστημάτων διαχείρισης κινδύνων σε σχέση με τους πάσης φύσεως κίνδυνους στους οποίους εκτίθενται ή ενδέχεται να εκτεθούν, πέραν αυτών που αντιμετωπίζονται στον Πυλώνα 1 και αντίθετα με τον ΠΥΛΩΝΑ 3, που αφορά τις υποχρεώσεις δημοσιοποίησης στοιχείων για την ενίσχυση της διαφάνειας και της πειθαρχίας της αγοράς με την παροχή στους ενδιαφερόμενους της δυνατότητας σύγκρισης της πολιτικής για τη διαχείριση κινδύνων και την κεφαλαιακή και οργανωτική επάρκεια των πιστωτικών ιδρυμάτων,

• αντίθετα με την ως άνω, κατά «ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΙΙ» υποχρέωσή τους να ενισχύουν τη λειτουργία διαχείρισης των αναλαμβανόμενων κινδύνων σε όλο το εύρος των δραστηριοτήτων τους και να συσχετίζουν τους κινδύνους αυτούς με τις εποπτικές, καθώς και με τις εσωτερικά εκτιμώμενες κεφαλαιακές απαιτήσεις τους, σύμφωνα με την οποία, κατά τη σύναψη των πιστωτικών συμβάσεων με τα χρεοκοπημένα ΜΜΕ και με έκαστο εξ’ αυτών και κατά τη χορήγηση του δανείσματος, έχουν την υποχρέωση (α) να υιοθετούν όσον το δυνατόν πιο εξελιγμένες προσεγγίσεις υπολογισμού των κεφαλαιακών απαιτήσεων έναντι των αναλαμβανόμενων κινδύνων, (β) να προωθούν τη διαχείριση των κινδύνων σε όλο το εύρος του οργανισμού τους και (γ) να εξασφαλίζουν την ενεργότερη συμμετοχή της ανώτατης διοικητικής βαθμίδας και δη του διοικητικού τους συμβουλίου, στη διαχείριση κινδύνων και στη διαδικασία της λήψης αποφάσεων σε όλο το εύρος των δραστηριοτήτων τους.

 

Δεν θα διαφύγει άλλωστε της προσοχής σας ότι, κατά τις διατάξεις του άρθρου 150, Ν. 4261/2014 (ΦΕΚ 107/05.05.2014), οι τέσσερεις συστημικές τράπεζες απαγορεύεται ρητά να χορηγούν στα εν λόγω ΜΜΕ δάνεια για την πληρωμή των οφειλόμενων από αυτά ληξιπρόθεσμων τόκων, καθώς επίσης και να προβαίνουν σε ισοδυνάμου αποτελέσματος ρύθμιση των ως άνω οφειλών τους.

Παράλληλα δε σας επισημαίνω ότι, η αναχρηματοδότηση των ληξιπρόθεσμων αυτών δανείων των συστημικών ΜΜΕ είναι προδήλως προσχηματική, αφού δεν αποσκοπεί στην πραγματική αναχρηματοδότηση του υφιστάμενου και ήδη ληξιπρόθεσμου δανεισμού τους από τις ως άνω πιστώτριες τράπεζες, προκειμένου αυτός να καταστεί βιώσιμος και έτσι, εξυπηρετήσιμος, αφού οι εμπλεκόμενες τράπεζες, σε κάθε περίπτωση γνωρίζουν καλώς τα οικονομικά τους στοιχεία και το αδιαμφισβήτητο γεγονός, ότι υπό την παρούσα κεφαλαιακή τους διάρθρωση, ακόμη και σε επίπεδο ομίλων, είναι ακόμη και μαθηματικά αδύνατο, τα συγκεκριμένα αυτά ΜΜΕ να μπορέσουν, έστω και υπέρ-μακροπρόθεσμα, να εξυπηρετήσουν τις ληξιπρόθεσμες δανειακές τους υποχρεώσεις, οπότε έτσι, καθίσταται αυταπόδεικτο, ότι η ως άνω αναχρηματοδότηση των δανειακών τους υποχρεώσεων αποσκοπεί αποκλειστικά στο να επιτύχουν οι φορείς τους, οι διοικήσεις και οι μέτοχοι τους, να ενθυλακώσουν στους τραπεζικούς λογαριασμούς και τα ταμεία τους το φρέσκο, ζεστό, μετρητό χρήμα, που εξασφαλίζουν με τις εν λόγω πιστωτικές πράξεις, όπως άλλωστε οι ίδιοι ανακοινώνουν στο ΧΑΑ.

 

Επειδή, η χορήγηση και αναχρηματοδότηση των εν λόγω δανείων παραβιάζει ευθέως, μεταξύ άλλων, και το άρθρο 106, παρ. 2, του Συντάγματος, επιτρέποντας στα συγκεκριμένα συστημικά ΜΜΕ, στους μετόχους και τη διοίκηση τους, να ασκούν την ιδιωτική οικονομική τους πρωτοβουλία και δραστηριότητα προς βλάβη της εθνικής οικονομίας και της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας της Ελλάδος και της Ευρωζώνης.

Επειδή, με την αναχρηματοδότηση των ως άνω δανείων, τα συγκεκριμένα αυτά ΜΜΕ καταστρατήγησαν ευθέως το μηχανισμό της έκτακτης παροχής ρευστότητας ELA, της ΤτΕ και της ΕΚΤ, αφού η λογιστική ρευστότητα που εξασφαλίζεται κυριολεκτικά με το σταγονόμετρο στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα και μάλιστα, μετά από τις υπεράνθρωπες διαπραγματευτικές προσπάθειες, τις οποίες καταβάλλει καθημερινά η ελληνική κυβέρνηση με τους θεσμούς της ΕΕ, χρησιμοποιήθηκε, εν προκειμένω, όπως και σε άλλες αντίστοιχες κατά το πρόσφατο παρελθόν περιπτώσεις (που έτυχαν καταγγελίας, κοινοβουλευτικού ελέγχου και σχηματισμού ακόμη και ποινικών δικογραφιών ενώπιον της Ελληνικής Δικαιοσύνης), αντί προς τον σκοπό της έκτακτης παροχής της ρευστότητας του ELA στις ελληνικές τράπεζες, προκειμένου αυτές να καλύπτουν: (α) τον δείκτη ελάχιστων ρευστών διαθεσίμων [20%] και (β) τον δείκτη ληκτότητας απαιτήσεων-υποχρεώσεων [-20%], όπως αυτοί προσδιορίζονται από την Πράξη του Διοικητή της ΤτΕ, ΠΤΔ 2560/01.04.2005, σε ικανοποίηση ιδιωτικών συμφερόντων, προκειμένου κάποιοι επιτήδειοι επιχειρηματίες να πετυχαίνουν πλουτισμό ιδιοτελώς, με το τέχνασμα της αναχρηματοδότησης των δανείων τους, που περιλαμβάνει κατά κανόνα και τη χορήγηση σε αυτούς νέου, μετρητού, ζεστού χρήματος.

Επειδή παρατηρείται, το να σηκώνουν οι ως άνω επιτήδειοι κυριολεκτικά και τα τελευταία μετρητά του νομισματικού μεγέθους Μ1 (κέρματα + τραπεζογραμμάτια) από τα ταμεία του τραπεζικού συστήματος, εμβάζοντάς τα, μάλιστα, σε πολλές περιπτώσεις, ακόμη και σε τράπεζες του εξωτερικού, με αποτέλεσμα, οι ελληνικές τράπεζες να κινδυνεύουν, ανά πάσα στιγμή, να βρεθούν με ελάχιστες καταθέσεις, λιγότερες ακόμη και των 120.000.000.000 ευρώ, οι οποίες θα αντικρίζονται στα ενεργητικά τους μόνο με το λογιστικό χρήμα του ELA, αφού το υστέρημα των αποταμιεύσεων του Ελληνικού Λαού, που έχει αποθησαυριστεί υπό τη μορφή του νομισματικού μεγέθους Μ1 των καταθέσεων στις ελληνικές τράπεζες, ως κέρματα και τραπεζογραμμάτια, διασκορπίζεται και σπαταλιέται με εγκληματική τουλάχιστον αμέλεια, αν όχι με δόλο, από το ανακεφαλαιοποιημένο και συντηρούμενο στη ζωή με δημόσιους χρηματοδοτικούς πόρους ελληνικό τραπεζικό σύστημα, προς όφελος των ιδιωτικών συμφερόντων που ελέγχουν τα συγκεκριμένα αυτά, συστημικά ΜΜΕ.

Επειδή το ως άνω τελευταίο λαμβάνει χώρα από τις τέσσερις συστημικές τράπεζες με την προκλητική χορήγηση νέων θαλασσοδανείων στα ΜΜΕ της διαπλοκής, τα οποία, όχι μόνο λειτουργούν παράνομα, αλλά επιπλέον, υπονομεύουν και αυτήν ακόμη την εθνική διαπραγματευτική προσπάθεια της κυβέρνησης, προκειμένου να διασφαλίσουν και να συντηρήσουν τα κεκτημένα και αντίθετα προς το συμφέρον της εθνικής μας οικονομίας και της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, διαπλεκόμενα συντεχνιακά τους συμφέροντα.

Επειδή, επί του κοινοβουλευτικού ελέγχου που άσκησα για όλα τα ανωτέρω ζητήματα, σύμφωνα με την από 26/03/2015 έγγραφη απάντηση του Υπουργού Οικονομικών, η σχετική ερώτηση μου διαβιβάστηκε στην Τράπεζα της Ελλάδος, η οποία όμως, εντελώς προκλητικά, επικαλούμενη το υπηρεσιακό – επαγγελματικό απόρρητο του άρθρου 54, Ν. 4261/2014, με το με αριθ. πρωτ. 231/20.02.2015 έγγραφό της προς τον ΥΠΟΙΚ κο Γιάνη Βαρουφάκη, αρνήθηκε ρητά και κατηγορηματικά να παράσχει οποιαδήποτε ουσιαστική πληροφόρηση επί του μείζονος αυτού πολιτικού και χρηματοπιστωτικού ζητήματος.

Αξιότιμη κα Πρόεδρε

Σας υπενθυμίζω ότι η επιτροπή θεσμών και διαφάνειας είναι αρμόδια, μεταξύ άλλων, και για τον κοινοβουλευτικό έλεγχο επί των ΜΜΕ.

Κατόπιν τούτου και λαμβανομένων υπ’ όψη όλων των ανωτέρω στοιχείων που αφορούν την παράνομη χρηματοδότηση και αναχρηματοδότηση των δανειακών υποχρεώσεων συγκεκριμένων ΜΜΕ, σε βαθμό μάλιστα που να παραβιάζονται ευθέως θεμελιώδεις συνταγματικές επιταγές και να νοθεύεται και να στρεβλώνεται ο ανταγωνισμός, εις βάρος όλων των υπολοίπων ΜΜΕ που δεν τυγχάνουν της διακριτικής αυτής μεταχείρισης του τραπεζικού συστήματος, με αποτέλεσμα, έτσι, να επηρεάζεται η ελεύθερη και ομαλή λειτουργία ολόκληρου του κλάδου των ΜΜΕ και να παραβιάζεται το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα του Ελληνικού Λαού για πρόσβαση στην αντικειμενική ενημέρωση, η οποία κατά τα ανωτέρω πλήττεται και υπονομεύεται, αφού μπορεί έτσι να καθοδηγείται και να επηρεάζεται υπέρ των πολιτικών και επιχειρηματικών, ιδιωτικών συμφερόντων των μετόχων και των διοικήσεων των συγκεκριμένων αυτών, συστημικών ΜΜΕ.

Για όλους τους ανωτέρω λόγους, θεωρώ ιδιαίτερα σημαντική την πρόσκληση και παρουσία προς ακρόαση ενώπιον της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος κου Γιάννη Στουρνάρα, με τη θεσμική ιδιότητά του ως του ανώτατου διοικητικού οργάνου της εποπτεύουσας αρχής του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, επειδή, σύμφωνα με το αρθ. 2 του καταστατικού της, στις κύριες αρμοδιότητες της ΤτΕ εντάσσονται, μεταξύ άλλων, η εφαρμογή των οδηγιών της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, η άσκηση νομισματικής και πιστωτικής πολιτικής στο πεδίο του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και ως αναπόσπαστο μέρος του συστήματος αυτού, η εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και χρηματοπιστωτικών οργανισμών και η προώθηση και επίβλεψη της ομαλής λειτουργίας των συστημάτων πληρωμών. Έτσι, κατά τα ανωτέρω, η Τράπεζα της Ελλάδος έχει την αποκλειστική αρμοδιότητα και ευθύνη :

• για την εφαρμογή της νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος στην Ελλάδα,

• για τη διαφύλαξη της σταθερότητας του ελληνικού χρηματοπιστωτικού συστήματος, ήτοι της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και

• για τον έλεγχο και την εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων, που πραγματοποιείται με την παρακολούθηση των δεικτών ρευστότητας, φερεγγυότητας και κεφαλαιακής επάρκειας.

Νίκος Ι. Νικολόπουλος

Βουλευτής ΑΝΕΛ Ν. Αχαΐας

Πρόεδρος Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος Ελλάδος

Πολιτικό Γραφείο Πάτρα:
Διεύθυνση: Μιαούλη 48, Πάτρα
Τηλέφωνο: 2610344700 και 2610344702
 
Επίσημη Ιστοσελίδα Κόμματος:

Ακολουθείστε μας στα Social Media


@ninikolopoulos

© Copyright 2009 - 2024 Νίκος Ι. Νικολόπουλος