Loading...
 Start Page
ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ 20 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2014 ΟΜΙΛΙΑ ΝΙΚΟΥ Ι. ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΥ Ν/Σ ΛΟΓΙΣΤΙΚΑ ΠΡΟΤΥΠΑ

Το συζητούμενο νομοσχέδιο καταργεί την υπάρχουσα νομοθεσία για τη Λογιστική Τυποποίηση, αντικαθιστώντας την με τα Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα (τα οποία στην πραγματικότητα συνιστούν τον προθάλαμο των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων), με τα οποία καλούνται να συμμορφωθούν και οι μη εισηγμένες ελληνικές επιχειρήσεις, επιβάλλοντας, στην ουσία, την υποχρεωτική υιοθέτηση των Δ.Λ.Π. από την πλειονότητα των φορέων εκπροσώπησης του εγχωρίου επιχειρείν (μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις).

Σύμφωνα με τα όσα αποτυπώνονται στο Νομοσχέδιο, η αντικατάσταση των νομοθετημάτων της Λογιστικής Τυποποίησης στην Ελλάδα από τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα, πρέπει να έχει διευθετηθεί εντός ενός ιδιαίτερα ασφυκτικού χρονικού πλαισίου.

Οι υιοθετούμενες αλλαγές θα πρέπει να διασφαλίζουν την ισότιμη μεταχείριση των επιχειρήσεων από τις Κρατικές Αρχές, όσον αφορά την αναλογική τους φορολογική επιβάρυνση, παράμετρος, που εάν δεν ληφθεί σοβαρά υπόψη, καταστρατηγεί τους κανόνες του υγιούς ανταγωνισμού.

Ο εξορθολογισμός και ο εκσυγχρονισμός του θεσμικού πλαισίου δραστηριοποίησης του «επιχειρείν» δεν γίνεται μόνο από την τυπική συνένωση σ’ ένα νομοθέτημα όλων των κανόνων που διέπουν τη λειτουργία τους, αλλά κυρίως, από το περιεχόμενό τους (κανόνων) και το πόσο χρηστικοί και ωφέλιμοι καθίστανται για την επιβίωση και την ομαλή λειτουργία των επιχειρήσεων.

Οι διατάξεις που εκσυγχρονίζουν τους κανόνες λογιστικής τυποποίησης, χωρίς να διαταράσσουν την λειτουργία των λογιστηρίων των επιχειρήσεων, μας βρίσκουν σύμφωνους και εφ όσον δεν επέρχεται η μεταβολή της λογιστικής καθημερινότητας από την 01 Ιανουαρίου 2015.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι ,

Με τις διατάξεις του κεφαλαίου 1 (άρθρα 1 έως 2) ορίζεται το πεδίο εφαρμογής του νομοσχεδίου.

Με το κεφάλαιο 2 (άρθρα 3 έως 7) θεσπίζονται ρυθμίσεις σχετικά με το λογιστικό σύστημα και τα τηρούμενα λογιστικά αρχεία.

Με το κεφάλαιο 3 (άρθρα 8 έως 15) ρυθμίζονται ζητήματα που αφορούν στα παραστατικά πωλήσεων επί τη βάσει των αντίστοιχων ρυθμίσεων της Οδηγίας 2006/112/ΕΕ, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας.

Με το κεφάλαιο 4 (άρθρα 16 έως 17) ορίζονται οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις, που καταρτίζουν οι υποκείμενες οντότητες, αναλόγως της κατηγορίας στην οποία εμπίπτουν (κατά παραπομπή στα υποδείγματα του Παραρτήματος Β) και καθιερώνονται οι βασικές αρχές σύνταξής τους, συμφώνως προς την Οδηγία 2013/34/ΕΕ.

Με το κεφάλαιο 5 (άρθρα 18 έως 28) θεσπίζονται κανόνες επιμέτρησης (αποτίμησης), οι οποίοι βασίζονται κατά κύριο λόγο στην παραδοχή του ιστορικού κόστους.

Με το κεφάλαιο 6 (άρθρα 29 έως 30) τίθενται οι γενικές αρχές σύνταξης του παραρτήματος και το περιεχόμενό του ανά κονδύλι των χρηματοοικονομικών καταστάσεων.

Με το κεφάλαιο 7 (άρθρα 31 έως 36) θεσπίζονται οι προϋποθέσεις και οι κανόνες σύνταξης ενοποιημένων χρηματοοικονομικών καταστάσεων.

Με το κεφάλαιο 8 (άρθρα 37 έως 40) ρυθμίζονται ζητήματα πρώτης εφαρμογής του νομοσχέδιου, απαριθμούνται οι καταργούμενες διατάξεις και τροποποιούνται διατάξεις του Κ.Ν. 2190/1920, ρυθμίζονται λοιπά θέματα εφαρμογής του νομοσχεδίου και θεσπίζονται μεταβατικές διατάξεις.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

όσα παρόμοια με το συζητούμενο νομοσχέδιο και αν συμφωνήσαμε, θα έχουμε κάνει μια τρύπα στο νερό, εάν συνεχίζουμε να εφαρμόζουμε την ίδια μνημονιακή συνταγή. Σήμερα, βοούν ακόμα και τα αλαλάζοντα κύμβαλα του MEGA: 2,5 δις διαλαλούν, πως είναι η τρύπα που για να βουλώσει, θέλει κι άλλες αυτοκτονίες και άλλες ροές μετανάστευσης νέων και άλλα λουκέτα σε επιχειρήσεις και άλλες χιλιάδες ανέργων και άλλες ουρές φτωχοποιημένων ή νεόπτωχων συνταξιούχων.

Οι πάντες γνωρίζουν, ότι το ελληνικό δημόσιο χρέος δεν είναι βιώσιμο. Ούτε οικονομικά, ούτε κοινωνικά.

Να δούμε μερικά από τα πλεονεκτήματα του νομοσχεδίου:

Αναβάθμιση του Κώδικα Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών (ΚΦΑΣ)

Ρύθμιση της τεκμηρίωσης της διακίνησης των αποθεμάτων

Εκσυγχρονισμός ρυθμίσεων περί δελτίου αποστολής

Τεκμηρίωση των διαθέσιμων αποθεμάτων σύμφωνα με τις διεθνείς πρακτικές

Δικαίωμα επιλογής σχεδίου λογαριασμού

Το μεγαλύτερο πλεονέκτημα θεωρούμε ότι είναι η κωδικοποίηση των διάσπαρτων λογιστικών κανόνων και τούτο, γιατί οι Ανεξάρτητοι Έλληνες, το Άρμα Πολιτών και το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα Ανατροπής ανέκαθεν ήταν υπέρ της απλότητας των φορολογικών διατάξεων γεγονός που οδηγεί στην μείωση του λειτουργικού κόστους για τις επιχειρήσεις.

Θέλουμε να μπει ένα τέλος στην λογιστική πολυνομία και εάν το νομοσχέδιο συνοδευτεί άμεσα από ερμηνευτικό κείμενο οδηγιών εφαρμογής απλό και ξεκάθαρο τότε μπορεί να επιτευχθεί ο στόχος που είναι η κατάργηση του αναχρονιστικού Κώδικα Βιβλίων Συναλλαγών είναι παλιό και μακάρι να γίνει πραγματικότητα.

Επίσης στα θετικά του συγκαταλέγονται και τα παρακάτω:

Αναγνωρίζεται το τιμολόγιο ως το βασικό παραστατικό για τις πάσης φύσεων πωλήσεις αγαθών και υπηρεσιών (για λιανικές πωλήσεις προβλέπεται απόδειξη λιανικής πώλησης).

Διευρύνεται ο χρόνος έκδοσης του τιμολογίου πώλησης, το οποίο μπορεί να εκδίδεται μέχρι την 15η ημέρα του επόμενου μήνα από την αποστολή ή παράδοση των αγαθών.

Επεκτείνεται η δυνατότητα για έκδοση του τιμολογίου πώλησης προς το δημόσιο ή ΝΠΔΔ εντός του έτους στο οποίο οριστικοποιείται η συναλλαγή (πιστοποίηση δημοσίων έργων κ.λ.π.), έτσι ώστε να καλύπτει κάθε περίπτωση πώλησης προς το δημόσιο ή ΝΠΔΔ.

Διατηρείται η χρήση ταμειακής μηχανής ή φορολογικού μηχανισμού για πωλήσεις λιανικής, με δυνατότητα απαλλαγής ορισμένων κατηγοριών.

Προωθείται η ηλεκτρονική τιμολόγηση στη χονδρική και τη λιανική και η συνακόλουθη περαιτέρω μείωση του κόστους συναλλαγών.

Επίσης, διευθετούνται αποτελεσματικά πολύπλοκα ζητήματα, που αποδίδονται στην υφιστάμενη λογιστική πολυνομία, καθώς, επιχειρείται για πρώτη φορά μία ομαδοποίηση των λογιστικών κανόνων με βάση τις διεθνείς βέλτιστες πρακτικές.

Η προσέλκυση ξένων επενδύσεων καθίσταται περισσότερο ευχερής, καθώς τα οικονομικά στοιχεία που περιλαμβάνονται στους ισολογισμούς των ελληνικών επιχειρήσεων θα βρίσκονται σε εναρμόνιση με τις διεθνείς λογιστικές εγγραφές.

Και τώρα, μερικά από τα αρνητικά σημεία του νομοσχεδίου:

Γεννάται θέμα αξιοπιστίας των στοιχείων, καθώς, οι πιστωτές των επιχειρήσεων (π.χ. Τράπεζες) δεν θα εμπιστευτούν τις αξίες, που προσδιορίζονται από τα αμφιβόλου αξιοπιστίας κριτήρια των Δ.Λ.Π.

Μάλιστα, σχεδόν το σύνολο των πιστωτικών ιδρυμάτων αποτιμά και θα συνεχίσει να αποτιμά τα περιουσιακά στοιχεία της δανειοδοτούμενης επιχείρησης με βάση τα δικά του κριτήρια.

Με την υποχρεωτική εφαρμογή των Δ.Λ.Π. και από τις μη εισηγμένες σε Χρηματιστήριο επιχειρήσεις, η οικονομική επιβάρυνσή τους θα εκτοξευθεί, τόσο με το εφάπαξ κόστος των αλλαγών, που θα πρέπει να γίνουν στα μηχανογραφικά πακέτα τους, όσο και με την αναγκαστική τήρηση διπλών βιβλίων, αυτά των φορολογικών νόμων και αυτά των Δ. Λ. Π., διογκώνοντας, έτσι, το συνολικό ετήσιο λειτουργικό τους κόστος.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

Τέλος, επειδή πιστεύουμε, ότι για την επιτυχή υλοποίηση σημαντικό ρόλο θα διαδραματίσει η προβλεπόμενη να συσταθεί Διαρκής Επιτροπή, δηλώνουμε, ότι θα παρακολουθήσουμε στενά και θα πιέζουμε, ώστε η Κυβέρνηση να συστήσει άμεσα τη Διαρκή Επιτροπή, που θα πρέπει να έχει την κατάλληλη στελέχωση και να εξασφαλίζει την εκπροσώπηση των παραγωγικών τάξεων, καθώς επίσης, θα πιέζουμε, ώστε να εκδοθούν άμεσα οι προβλεπόμενες αποφάσεις και οι εγκύκλιοι για την ορθή και ευχερή εφαρμογή του νόμου.

Πρέπει να αποφευχθεί η έκδοση μεγάλου πλήθους και συχνά αντικρουόμενων εγκυκλίων, που στο παρελθόν, αύξαναν αντί να διευκολύνουν την εφαρμογή.

Οι Προτεινόμενες μεταβολές από τους ΑΝΕΛ, το Άρμα Πολιτών και το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα είναι με κόκκινη γραφή και τις οποίες καταθέτω για τα πρακτικά:

 

Άρθρο 11: Χρόνος έκδοσης τιμολογίου

Η υποχρέωση έκδοσης τιμολογίου γεννάται κατά τον χρόνο που πραγματοποιείται η αποστολή ή παράδοση των αγαθών ή των υπηρεσιών.

Ο χρόνος έκδοσης τιμολογίου καθορίζεται ως εξής:

α) Σε περίπτωση πώλησης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών, τιμολόγιο εκδίδεται το αργότερο μέχρι τη 15η ημέρα του επόμενου μήνα της παράδοσης ή αποστολής αγαθών ή της ολοκλήρωσης της υπηρεσίας, κατά περίπτωση.

β) Σε περίπτωση συνεχιζόμενης παροχής αγαθών, υπηρεσίας ή κατασκευής έργου, το τιμολόγιο εκδίδεται μέχρι τη 15η ημέρα του επόμενου μήνα από την περίοδο στην οποία μέρος της σχετικής αμοιβής καθίσταται απαιτητό για τα αγαθά ή τις υπηρεσίες που έχουν παρασχεθεί ή το μέρος του έργου που έχει ολοκληρωθεί.

γ) Σε περίπτωση απόκτησης δικαιώματος λήψης υπηρεσίας, με την απόκτηση του δικαιώματος αυτού.

δ) Στην περίπτωση έκδοσης συγκεντρωτικού τιμολογίου της παραγράφου 3 του άρθρου

10, το συγκεντρωτικό τιμολόγιο εκδίδεται το αργότερο μέχρι τη 15η του επόμενου μήνα από το μήνα εντός του οποίου πραγματοποιήθηκε το πρώτο γεγονός πώλησης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών που συμπεριλαμβάνεται στο συγκεντρωτικό τιμολόγιο.

ε) Ειδικά, όταν ο αγοραστής των αγαθών ή υπηρεσιών είναι το Δημόσιο ή Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου, το τιμολόγιο δύναται να εκδίδεται μέχρι το τέλος της ετήσιας περιόδου μέσα στην οποία έγινε η παράδοση ή η αποστολή των αγαθών ή η παροχή των υπηρεσιών ή η πιστοποίηση δημόσιων έργων ή η οριστικοποίηση της συναλλαγής από τον αγοραστή, κατά περίπτωση, εφόσον όμως εντός της ίδιας περιόδου γίνει η εξόφληση του τιμολογίου από πλευράς Δημοσίου ή Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου.

Συχνά απαντάται το φαινόμενο κατά την παροχή υπηρεσιών, ή αγαθών προς το δημόσιο, ή τα ν.π.δ.δ , που λαμβάνουν χώρα προς το τέλος ενός έτους, οι άνω λήπτες των υπηρεσιών , ή των αγαθών να μεταφέρουν στο επόμενο έτος την εξόφληση του αντίστοιχου τιμολογίου και ούτω εμφανίζεται το παράδοξο ο μεν πάροχος των υπηρεσιών, ή των αγαθών να εκδίδει τιμολόγιο και κατ’ επέκταση να δηλώνει ως εισόδημά του το ποσό του τιμολογίου ΕΝΤΟΣ ΤΟΥ ΕΤΟΥΣ του τιμολογίου, ΑΛΛΑ το δημόσιο και τα ν.π.δ.δ αφενός να εξοφλούν το τιμολόγιο το ΕΠΟΜΕΝΟ έτος και αφετέρου να δηλώνουν στο σύστημα απεικόνισης του ΚΕΠΥΟ ότι ο άνω πάροχος των υπηρεσιών, ή των αγαθών απεκόμισε εισόδημα στο επόμενο έτος. Με τον τρόπο αυτό όμως ο φορολογούμενος (οντότητα), που παρείχε υπηρεσίες, ή αγαθά προς το δημόσιο, ή τα ν.π.δ.δ εμφανίζεται να εισέπραξε ΔΙΠΛΑ το ίδιο ποσό , ήτοι μία φορά, που ο ίδιος το δήλωσε όταν εξέδωσε το τιμολόγιό του και μία, όταν το δημόσιο, ή τα ν.π.δ.δ κατά το επόμενο έτος εξόφλησαν αυτό και δήλωσαν τούτο ως έσοδο του παρόχου τους.

 

Άρθρο 12: Εκδιδόμενα στοιχεία για λιανική πώληση αγαθών ή υπηρεσιών

Για κάθε πώληση αγαθών ή υπηρεσιών σε ιδιώτες καταναλωτές, μπορεί να εκδίδεται στοιχείο λιανικής πώλησης (απόδειξη λιανικής πώλησης ή απόδειξη παροχής υπηρεσιών), αντί έκδοσης τιμολογίου του άρθρου 8. Αντίτυπο αυτού του εγγράφου παραδίδεται, αποστέλλεται ή τίθεται στη διάθεση του πελάτη.

2. To στοιχείο λιανικής πώλησης φέρει υποχρεωτικά τις ακόλουθες ενδείξεις: α) Την ημερομηνία έκδοσης.

β) Τον αύξοντα αριθμό, για μία ή περισσότερες σειρές στοιχείων λιανικής πώλησης, ο οποίος χαρακτηρίζει το στοιχείο αυτό με μοναδικό τρόπο.

γ) Τον Αριθμό Φορολογικού Μητρώου (Α.Φ.Μ.), με βάση τον οποίο ο πωλητής πραγματοποίησε την παράδοση των αγαθών ή την παροχή των υπηρεσιών.

δ) Το πλήρες όνομα και την πλήρη διεύθυνση του πωλητή των αγαθών ή υπηρεσιών.

ε) Το συντελεστή Φ.Π.Α. που εφαρμόζεται και την μικτή αξία πώλησης που αυτός αφορά.

3. Για σκοπούς ευχερούς ταυτοποίησης των σχετικών συναλλαγών, δύναται να καθίσταται υποχρεωτική η αναγραφή πρόσθετων στοιχείων στα εκδιδόμενα στοιχεία λιανικής πώλησης ορισμένων κατηγοριών υπηρεσιών ή αγαθών, με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, ύστερα από δημοσίευση αξιολόγησης των διοικητικών βαρών για τις υποκείμενες οντότητες σε σχέση με το αναμενόμενο φορολογικό όφελος.

4. Στην περίπτωση εκπτώσεων ή επιστροφών εκδίδεται πιστωτικό στοιχείο λιανικής πώλησης. Για κάθε εκδιδόμενο πιστωτικό στοιχείο λιανικής πώλησης άνω των 50 ευρώ τηρείται από τον πωλητή αρχείο με το ονοματεπώνυμο και τη διεύθυνση του πελάτη.

5. Με στοιχείο λιανικής πώλησης εξομοιώνεται κάθε άλλο έγγραφο που περιλαμβάνει τα δεδομένα του στοιχείου λιανικής πώλησης και αντίτυπο αυτού παραδίδεται στον πελάτη.

6. Το στοιχείο λιανικής πώλησης μπορεί να φέρει ανάλογη ονομασία, σύμφωνα με τις επικρατούσες συναλλακτικές πρακτικές ή τις απαιτήσεις άλλης νομοθεσίας.

7. Η οντότητα που πωλεί αγαθά ή υπηρεσίες σε ιδιώτες καταναλωτές έχει την ευθύνη να διασφαλίζει ότι εκδίδεται στοιχείο λιανικής πώλησης, ή εναλλακτικά τιμολόγιο, για κάθε σχετική πώληση. Η οντότητα αυτή εκδίδει το παραστατικό πώλησης. Εναλλακτικά, η οντότητα μπορεί με προηγούμενη συμφωνία να διασφαλίσει την έκδοση παραστατικού από τρίτο πρόσωπο εξ’ ονόματος και για λογαριασμό της. Η συμφωνία για έκδοση παραστατικού πώλησης από τρίτο πρόσωπο δεν απαλλάσσει την οντότητα από τη νόμιμη υποχρέωση να διασφαλίσει ότι θα εκδοθεί σχετικό παραστατικό καθώς και από κάθε σχετική ευθύνη σύμφωνα με αυτό το νόμο.

8. Η έκδοση στοιχείων λιανικής πώλησης (αποδείξεων λιανικής ή τιμολογίων) γίνεται με τη χρήση φορολογικών ηλεκτρονικών μηχανισμών που προβλέπει ο νόμος 1809/1988 κατά την θέση σε ισχύ του παρόντος νόμου.

9. Με απόφαση του Γ ενικού Γ ραμματέα Δημοσίων Εσόδων δύναται να τίθενται σε εφαρμογή τεχνικές προδιαγραφές καθώς και πληροφοριακά και λειτουργικά χαρακτηριστικά των φορολογικών ηλεκτρονικών μηχανισμών που είναι σύμφωνα με τις βέλτιστες Ευρωπαϊκές πρακτικές, με σκοπό τη διασφάλιση της αυθεντικότητας και της ακεραιότητας των εκδιδόμενων στοιχείων λιανικής πώλησης. Με την ίδια απόφαση δύναται να ρυθμίζονται θέματα σχετικά με την εφαρμογή των εν λόγω τεχνικών προδιαγραφών.

10. Οι οντότητες δύνανται να εκδίδουν τα στοιχεία λιανικής πώλησης με τη χρήση υπηρεσιών παρόχου ηλεκτρονικής έκδοσης στοιχείων λιανικής πώλησης, αντί της χρήσης φορολογικών ηλεκτρονικών μηχανισμών της παραγράφου 8.

11. Με απόφαση του Γ ενικού Γ ραμματέα Δημοσίων Εσόδων, ύστερα από δημοσίευση αξιολόγησης των διοικητικών βαρών για τις υποκείμενες οντότητες σε σχέση με το αναμενόμενο φορολογικό όφελος, δύναται να απαλλάσσονται ορισμένες κατηγορίες οντοτήτων από την υποχρέωση της παραγράφου 8. Οι οντότητες αυτές δύνανται να εκδίδουν τα στοιχεία λιανικής πώλησης με χειρόγραφο τρόπο ή με άλλο τεχνικό μέσο. Οι οντότητες, οι οποίες διαθέτουν σταθερή εγκατάσταση, αλλά που κατά τη συνήθη πρακτική παρέχουν τις υπηρεσίες τους συχνά εκτός της εγκατάστασής τους, ΔΕΝ υποχρεούνται στην εφαρμογή των παραγράφων 8, ή 10 του παρόντος άρθρου, αλλά δύνανται να εκδίδουν στοιχεία με χειρόγραφο τρόπο, ή άλλο τεχνικό μέσο και εφόσον ανήκουν στις πολύ μικρές οντότητες του άρθρου 2 του παρόντος.

12. Κατ’ εξαίρεση, επιτρέπεται η έκδοση στοιχείων λιανικής πώλησης με χειρόγραφο τρόπο ή με άλλο τεχνικό μέσο, αντί της εφαρμογής των παραγράφων 8 ή 10 του παρόντος άρθρου, για περιστασιακές λιανικές πωλήσεις.

13. Η οντότητα μπορεί να εκδίδει παραστατικά λιανικής πώλησης με χειρόγραφο τρόπο στην περίπτωση διακοπής του συστήματος διανομής ηλεκτρικής ενέργειας ή διακοπής της λειτουργίας του μέσου της παραγράφου 8 λόγω τεχνικού προβλήματος. Σε περίπτωση μη λειτουργίας του εξοπλισμού της παραγράφου 8 του παρόντος άρθρου λόγω τεχνικού προβλήματος, η οντότητα λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα για την αποκατάσταση της λειτουργίας του εξοπλισμού χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και για την αποτροπή

επαναλήψεων του προβλήματος. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων της παραγράφου 9 δύναται να ρυθμίζονται θέματα εφαρμογής αυτής της παραγράφου καθώς και να επιβάλλονται υποχρεώσεις ενημέρωσης της Διεύθυνσης Υποστήριξης Ηλεκτρονικών Υπηρεσιών της Γενικής Διεύθυνσης Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.

14. Η οντότητα που εκδίδει στοιχεία λιανικής πώλησης με τη χρήση φορολογικών ηλεκτρονικών μηχανισμών της παραγράφου 8 διαβιβάζει εντός 10 (δέκα) ημερών από την έναρξη ή την παύση της χρήσης του εν λόγω μέσου στη Διεύθυνση Υποστήριξης Ηλεκτρονικών Υπηρεσιών της Γενικής Διεύθυνσης Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών τις ακόλουθες, κατά περίπτωση πληροφορίες:

α) Τον τύπο και τον σειριακό αριθμό (κωδικό) του κατασκευαστή του χρησιμοποιούμενου μέσου που απαιτείται για την ταυτοποίηση του εν λόγω μέσου.

β) Την ημερομηνία απόκτησης και την ημερομηνία οριστικής παύσης της χρήσης του μέσου.

15. Οι οντότητες οι οποίες επιλέγουν να εκδίδουν τα στοιχεία λιανικής πώλησης μέσω τρίτου προσώπου (πάροχος) διαβιβάζουν προς τη Διεύθυνση Υποστήριξης Ηλεκτρονικών Υπηρεσιών της Γενικής Διεύθυνσης Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών την επωνυμία και τα στοιχεία επικοινωνίας του τρίτου προσώπου, καθώς και την ημερομηνία έναρξης και λήξης της χρήσης των υπηρεσιών του παρόχου. Η διαβίβαση των πληροφοριών αυτών γίνεται εντός 10 (δέκα) ημερών από την έναρξη ή την παύση χρήσης των υπηρεσιών του παρόχου.

 

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 ΚΑΝΟΝΕΣ ΕΠΙΜΕΤΡΗΣΗΣ

Άρθρο 18: Ενσώματα και άυλα πάγια περιουσιακά στοιχεία

1. Ενσώματα, βιολογικά και άυλα πάγια στοιχεία. Τα στοιχεία αυτά αναγνωρίζονται αρχικά στο κόστος κτήσης και μεταγενέστερα επιμετρώνται στο αποσβέσιμο κόστος κτήσεως. Ειδικότερα, στα πάγια περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων:

α) Η υπεραξία, ως άυλο στοιχείο.

β) Οι δαπάνες βελτίωσης παγίων.

γ) Οι δαπάνες επισκευής και συντήρησης, μόνο όταν εμπίπτουν στον ορισμό του περιουσιακού στοιχείου. Σε κάθε άλλη περίπτωση, οι σχετικές δαπάνες αναγνωρίζονται ως έξοδο, σύμφωνα με το άρθρο 25.

δ) Οι δαπάνες ανάπτυξης, οι οποίες αναγνωρίζονται ως περιουσιακό στοιχείο όταν, και μόνον όταν, πληρούνται όλες οι κατωτέρω προϋποθέσεις:

δ1) Υπάρχει πρόθεση και τεχνική δυνατότητα εκ μέρους της οντότητας να ολοκληρώσει τα σχετικά στοιχεία, ούτως ώστε να είναι διαθέσιμα προς χρήση ή διάθεση.

δ2) Εκτιμάται ως σφόδρα πιθανό ότι τα στοιχεία αυτά θα αποφέρουν μελλοντικά οικονομικά οφέλη.

δ3) Υπάρχει αξιόπιστο σύστημα επιμέτρησης των αποδοτέων σε αυτά ποσών κόστους.

Σε κάθε άλλη περίπτωση, η σχετική δαπάνη αναγνωρίζεται ως έξοδο, σύμφωνα με το άρθρο 25.

ε) Το κόστος αποσυναρμολόγησης, απομάκρυνσης ή αποκατάστασης ενσώματων πάγιων στοιχείων, όταν η σχετική υποχρέωση γεννάται για την επιχείρηση ως αποτέλεσμα της εγκατάστασης του παγίου ή της χρήσης του στη διάρκεια μιας συγκεκριμένης περιόδου, για σκοπούς άλλους από την παραγωγή αποθεμάτων στη διάρκεια αυτής της περιόδου. Όταν το εν λόγω κόστος σχετίζεται με την παραγωγή αποθεμάτων στη διάρκεια μιας συγκεκριμένης περιόδου, το κόστος αυτό επιβαρύνει τα παραχθέντα αποθέματα.

2. Ιδιοπαραγόμενα πάγια στοιχεία

α) Το κόστος κτήσης ενός ιδιοπαραγόμενου παγίου περιλαμβάνει το σύνολο των δαπανών που απαιτούνται για να φθάσει το στοιχείο στην κατάσταση λειτουργίας για την οποία προορίζεται.

β) Το κόστος ενός ιδιοπαραγόμενου παγίου περιλαμβάνει το κόστος πρώτων υλών, αναλώσιμων υλικών, εργασίας και άλλο κόστος που σχετίζεται άμεσα με το εν λόγω πάγιο στοιχείο.

γ) Το κόστος ενός ιδιοπαραγόμενου παγίου περιλαμβάνει επίσης μια εύλογη αναλογία σταθερών και μεταβλητών εξόδων που σχετίζονται έμμεσα με το εν λόγω πάγιο στοιχείο, στο βαθμό που τα ποσά αυτά αναφέρονται στην περίοδο κατασκευής.

δ) To κόστος ενός ιδιοπαραγόμενου παγίου μακράς περιόδου κατασκευής ή παραγωγής μπορεί να επιβαρύνεται με τόκους εντόκων υποχρεώσεων κατά το μέρος που αναλογούν σε αυτό.

ε) Ημιτελή ιδιοπαραγόμενα πάγια στοιχεία επιμετρώνται στο κόστος που έχουν απορροφήσει κατά την ημερομηνία του ισολογισμού.

στ) Με την εξαίρεση των δαπανών ανάπτυξης της παραγράφου 1, εσωτερικώς δη μιουργούμενα άυλα στοιχεία, συμπεριλαμβανομένης της υπεραξίας, δεν αναγνωρίζονται.

3. Προσαρμογή αξιών

α) Αποσβέσεις

α1) Η αξία των παγίων περιουσιακών στοιχείων που έχουν περιορισμένη ωφέλιμη ζωή υπόκειται σε απόσβεση. Η απόσβεση αρχίζει όταν το περιουσιακό στοιχείο είναι έτοιμο για την χρήση για την οποία προορίζεται και υπολογίζεται με βάση την εκτιμώμενη ωφέλιμη οικονομική ζωή του.

α2) Η διοίκηση της οντότητας έχει την ευθύνη επιλογής της κατάλληλης μεθόδου απόσβεσης για τη συστηματική κατανομή της αξίας του παγίου στην ωφέλιμη οικονομική ζωή του.

α3) Η απόσβεση διενεργείται είτε με τη σταθερή μέθοδο, είτε με την φθίνουσα μέθοδο, είτε με την μέθοδο των παραγόμενων μονάδων.

α4) Η γη δεν υπόκειται σε απόσβεση. Ωστόσο, βελτιώσεις αυτής με περιορισμένη ωφέλιμη ζωή υπόκεινται σε απόσβεση.

α5) Έργα τέχνης, αντίκες, κοσμήματα και άλλα πάγια στοιχεία που δεν υπόκεινται σε φθορά ή αχρήστευση, δεν αποσβένονται.

α6) Η υπεραξία και τα άυλα περιουσιακά στοιχεία με απεριόριστη ζωή δεν υπόκεινται σε απόσβεση. Στην περίπτωση αυτή τα εν λόγω στοιχεία υπόκεινται σε ετήσιο έλεγχο απομείωσης της αξίας τους.

α7) Η υπεραξία, οι δαπάνες ανάπτυξης και τα άυλα περιουσιακά στοιχεία με ωφέλιμη ζωή που δεν μπορεί να προσδιοριστεί αξιόπιστα υπόκεινται σε απόσβεση, με περίοδο απόσβεσης τα δέκα έτη.

β) Απομείωση

β1) Τα πάγια περιουσιακά στοιχεία που επιμετρώνται στο κόστος ή στο αποσβέσιμο κόστος υπόκεινται σε έλεγχο απομείωσης της αξίας τους, όταν υπάρχουν σχετικές ενδείξεις. Ζημίες απομείωσης προκύπτουν όταν η ανακτήσιμη αξία ενός παγίου καταστεί μικρότερη από την λογιστική του αξία. Η αναγνώριση της ζημιάς απομείωσης γίνεται όταν εκτιμάται ότι η απομείωση είναι μόνιμου χαρακτήρα.

β2) ενδείξεις απομείωσης, μεταξύ άλλων, αποτελούν (ΐ) η μείωση της αξίας ενός στοιχείου πέραν του ποσού που θα αναμενόταν ως αποτέλεσμα του χρόνου ή της κανονικής χρήσης του, (ii) δυσμενείς μεταβολές στο τεχνολογικό, οικονομικό και νομικό περιβάλλον της οντότητας, (iii) η αύξηση των επιτοκίων της αγοράς ή άλλων ποσοστών αποδόσεων μιας επένδυσης που είναι πιθανόν να οδηγήσει σε σημαντική μείωση της ανακτήσιμης αξίας του στοιχείου, και (ΐν) απαξίωση ή φυσική βλάβη ενός στοιχείου.

β3) Οι ζημίες απομείωσης αναγνωρίζονται στα αποτελέσματα ως έξοδο.

β4) Οι ζημίες απομείωσης αναστρέφονται στα αποτελέσματα, όταν οι συνθήκες που τις προκάλεσαν παύουν να υφίστανται.

β5) Ειδικά, η απομείωση υπεραξίας δεν αναστρέφεται.

β6) Η λογιστική αξία ενός παγίου μετά την αναστροφή της ζημίας απομείωσης δεν μπορεί να υπερβεί τη λογιστική αξία που θα είχε το πάγιο εάν δεν είχε αναγνωριστεί η ζημία απομείωσης.

4. Παύση αναγνώρισης παγίων

α) Ένα πάγιο στοιχείο παύει να αναγνωρίζεται στον ισολογισμό όταν το στοιχείο αυτό διατίθεται, ή όταν δεν αναμένονται πλέον μελλοντικά οικονομικά οφέλη από τη χρήση ή τη διάθεσή του.

β) Το κέρδος ή ζημία που προκύπτει από την παύση αναγνώρισης παγίου στοιχείου προσδιορίζεται ως η διαφορά μεταξύ του καθαρού προϊόντος της διάθεσης, αν υπάρχει, και της λογιστικής αξίας του στοιχείου.

γ) Το κέρδος ή η ζημία από την παύση αναγνώρισης παγίου στοιχείου περιλαμβάνεται στην κατάσταση αποτελεσμάτων στο χρόνο που το στοιχείο παύει να αναγνωρίζεται, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά από τον παρόντα νόμο.

Χρηματοδοτική μίσθωση

Α) Το περιουσιακό στοιχείο, που με βάση σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης εκμισθώνεται σε τρίτο, λογίζεται, ότι εξακολουθεί να ανήκει στον εκμισθωτή, ως πάγιο περιουσιακό στοιχείο της οντότητάς του με το κόστος κτήσης που θα είχε προκύψει εάν το στοιχείο αυτό είχε πωληθεί και αντιμετωπίζεται λογιστικά βάσει των προβλέψεων του παρόντος νόμου για τα αντίστοιχα ιδιόκτητα στοιχεία. Από την επόμενη χρήση αυτής, κατά την οποία υπεγράφη η σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης, γίνεται απόσβεση της αξίας του παγίου αυτού κατά το ποσό, που έχει καταβληθεί στον εκμισθωτή από πλευράς του μισθωτή.

Η ρύθμιση αυτή είναι σύμφωνη και με τη φύση της σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης, αφού κατά αυτήν η κυριότητα ΠΑΡΑΜΕΝΕΙ στον εκμισθωτή ΕΩΣ ΠΛΗΡΟΥΣ ΕΞΟΦΛΗΣΗΣ του.

Β) Ένα περιουσιακό στοιχείο, που περιέρχεται κατά χρήση στην οντότητα (μισθωτής) με χρηματοδοτική μίσθωση αναγνωρίζεται αντιμετωπίζεται, με το σύνολο της προβλεφθείσας από τη σύμβαση απαίτησης του εκμισθωτή, ως ληφθέν δάνειο, το δε μίσθωμα διαχωρίζεται σε χρεολύσιο, το οποίο μειώνει το δάνειο, και σε τόκο που αναγνωρίζεται ως χρηματοοικονομικό έξοδο. Μετά την πλήρη εξόφληση, το εν λόγω στοιχείο λογίζεται ως πάγιο της οντότητας του μισθωτή και παύει να εμφανίζεται ως πάγιο του εκμισθωτή, αφού παραλλήλως με τις ετήσιες σταδιακές κατά τα ανωτέρω αποσβέσεις το εν λόγω στοιχείο έχει αποσβεσθεί ως αξία από τις καταστάσεις του εκμισθωτή.

γ) Πώληση περιουσιακών στοιχείων που στη συνέχεια επαναμισθώνονται με χρηματοδοτική μίσθωση, λογιστικά αντιμετωπίζεται από τον πωλητή ως εγγυημένος δανεισμός. Το εισπραττόμενο από την πώληση ποσό αναγνωρίζεται ως υποχρέωση η οποία μειώνεται με τα καταβαλλόμενα χρεολύσια, ενώ οι σχετικοί τόκοι αναγνωρίζονται ως χρηματοοικονομικό έξοδο. Τα πωληθέντα στοιχεία λογίζονται ως περιουσιακά στοιχεία του εκμισθωτή, αναλόγως εφαρμοζομένων των άνω εδαφίων (α) και (β).

Πολιτικό Γραφείο Πάτρα:
Διεύθυνση: Μιαούλη 48, Πάτρα
Τηλέφωνο: 2610344700 και 2610344702
 
Επίσημη Ιστοσελίδα Κόμματος:

Ακολουθείστε μας στα Social Media


@ninikolopoulos

© Copyright 2009 - 2024 Νίκος Ι. Νικολόπουλος