Loading...
 Start Page

Αρ. πρ. 5035/27-11-2014

ΕΡΩΤΗΣΗ

 

ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΥΠΟΥΡΓΟ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ & ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

 

 

 

Για ανεπίτρεπτη προσπάθεια της κυβέρνησης να καταστήσει ανενεργές αποφάσεις της ελληνικής Δικαιοσύνης, κάνει λόγο η Ένωση Δικαστικών Λειτουργών, του Συμβουλίου της Επικρατείας, σε μία ιδιαίτερα σκληρή ανακοίνωσή της.

 

Οι Σύμβουλοι Επικρατείας, οι οποίοι εξέδωσαν και τις θετικότατες αποφάσεις για τους στρατιωτικούς και τα Σώματα Ασφαλείας, καταγγέλλουν ευθεία παραβίαση του Συντάγματος και της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, εκ μέρους της κυβέρνησης:

 

«Καταγγέλλουμε, ότι η κυβέρνηση, για ακόμη μία φορά, αποδεικνύει έμπρακτα, ότι δεν σέβεται τις αποφάσεις της Δικαιοσύνης, τις οποίες αντιπαρέρχεται με ανεπίτρεπτες νομοθετικές παρεμβάσεις σε αμετακλήτως κριθέντα ζητήματα, παραβιάζοντας απροσχημάτιστα το Σύνταγμα και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, όπως αυτή ερμηνεύτηκε σχετικά και με απόφαση του «Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου», αναφέρουν δικαστές και εισαγγελείς, ενώ δεν διστάζουν να κάνουν λόγο για «τιμωρία» τους εκ μέρους της κυβέρνησης για τις αποφάσεις που εκδίδουν.

 

Οι δικαστικές ενώσεις εξηγούν, ότι με την τροπολογία που κατατέθηκε στις 10 Νοεμβρίου στη Βουλή η κυβέρνηση «προβαίνει σε αυθαίρετη μερική εφαρμογή των αποφάσεων της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, που αφορούν τις αποδοχές των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας, επικαλούμενοι, ότι η εφαρμογή των δικαστικών αποφάσεων θα έθετε σε κίνδυνο την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων, εμφανίζοντας έτσι τη δικαιοσύνη ως λειτουργικά περιττή και δημοσιονομικά επικίνδυνη, στο μέτρο που παρεκκλίνει της κυβερνητικής πολιτικής».

 

Την ίδια στιγμή, προσθέτουν, ότι με την ίδια τροπολογία καταργείται πρόσφατος νόμος που θεσπίστηκε από την κυβέρνηση (4270/2014) και με τον οποίο συμμορφώθηκε η Πολιτεία στις αποφάσεις του Μισθοδικείου, που τους δικαίωσαν και μάλιστα, με την επίκληση της «ανατροπής της εισοδηματικής πολιτικής», που επέφεραν η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας για τους στρατιωτικούς και τους άνδρες των Σωμάτων Ασφαλείας.

 

Κάτι τέτοιο –επισημαίνουν οι δικαστικές ενώσεις– αποτελεί προειδοποίηση προς τους δικαστές να μην εκδίδουν αποφάσεις που παρεκκλίνουν από τη δημοσιονομική πολιτική.

 

Σημειώνουν, ακόμη, οι δικαστικές ενώσεις, ότι «η επιχειρούμενη με την εν λόγω τροπολογία και μάλιστα για πρώτη φορά, υπαναχώρηση της Πολιτείας από τις επιταγές δικαστικών αποφάσεων, προς τις οποίες η ίδια είχε συμμορφωθεί μόλις πριν από λίγους μήνες με νόμο του κράτους, αλλά και η απαράδεκτη προσπάθεια αιτιολόγησης της εν λόγω όψιμης ανατροπής, εν είδει «τιμωρίας» των δικαστικών λειτουργών, επειδή στο πλαίσιο της αμερόληπτης άσκησης των συνταγματικών καθηκόντων τους προβαίνουν σε δικαστικές κρίσεις μη αρεστές στην εκτελεστική εξουσία, συνιστούν μείζον θεσμικό ατόπημα με επικίνδυνες προεκτάσεις για την ουσιαστική αποτελεσματικότητα της Δικαιοσύνης σε όλους τους Έλληνες πολίτες».

 

Δικαστές και εισαγγελείς, τέλος, υπογραμμίζουν: «Η τακτική αυτή, ασύμβατη με την αρχή της διάκρισης των λειτουργιών, συνιστά άρνηση αποδοχής θεμελιωδών αρχών του Κράτους Δικαίου και αποτελεί κλιμάκωση κατ' επανάληψη συνταγματικής εκτροπής της κυβέρνησης σε θέματα εφαρμογής δικαστικών αποφάσεων και σεβασμού των θεσμών με ευρύτατες συνέπειες στην ίδια την αξιοπιστία του πολιτεύματος ως Κράτος Δικαίου».

 

 

 

Επειδή είχαμε μέχρι πρότινος την εντύπωση, ότι οι Αποφάσεις τη Δικαιοσύνης αποτελούν κριτήριο συμμόρφωσης των οργάνων της Πολιτείας με τη νομιμότητα, όπου αφορά σε πολιτικές δράσεις τους.

 

Επειδή η με διάφορες μεθόδους παράκαμψη των Αποφάσεων της Δικαιοσύνης δεν τιμούν την κυβέρνηση ενός κράτους με δημοκρατικό πολίτευμα.

 

Επειδή ο τόπος μας μόνο πικρές εμπειρίες έχει από κυβερνήσεις που δεν σεβάστηκαν το δημοκρατικό πολίτευμα και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα.

 

Επειδή δεν είναι δυνατόν οι δικαστές να δέχονται οδηγίες και υποδείξεις από τους εκάστοτε κυβερνήτες σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα.

 

Επειδή το Κράτος μας χαρακτηρίζεται στο Σύνταγμα ως «Κράτος Δικαίου», γεγονός που σημαίνει, ότι η εκάστοτε πολιτική ηγεσία οφείλει να σέβεται, εκτός από τους σύννομους με το Σύνταγμα Νόμους και τις αντίστοιχες δικαστικές αποφάσεις.

 

 

 

 

 

 

Κατόπιν των ανωτέρω, ερωτάσθε:

 

1. Οι παραπάνω αναφερόμενες νομοθετικές πρωτοβουλίες της κυβέρνησης αποτελούν ή όχι προειδοποίηση προς τους δικαστές, να μην εκδίδουν αποφάσεις, που παρεκκλίνουν από τη δημοσιονομική πολιτική;

 

2. Συμφωνείτε, στο ότι είναι μείζον θεσμικό ατόπημα με επικίνδυνες προεκτάσεις για την ουσιαστική αποτελεσματικότητα της Δικαιοσύνης σε όλους τους Έλληνες πολίτες, η τιμωρία των δικαστικών λειτουργών, επειδή προβαίνουν σε δικαστικές κρίσεις μη αρεστές στην εκτελεστική εξουσία;

 

3. Πώς κρίνετε το γεγονός, ότι σύσσωμος ο δικαστικός κλάδος θεωρεί, πως η παράκαμψη της Δικαιοσύνης με τις ως άνω νομοθετικές πρωτοβουλίες της κυβέρνησης συνιστά άρνηση αποδοχής θεμελιωδών αρχών του Κράτους Δικαίου και αποτελεί κλιμάκωση της συνταγματικής εκτροπής της τελευταίας, με ευρύτατες συνέπειες στην ίδια την αξιοπιστία του πολιτεύματος, ως Κράτος Δικαίου;

Ο ερωτών βουλευτής

Ν. Νικολόπουλος

Πρόεδρος του

Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος Ελλάδος

Πολιτικό Γραφείο Πάτρα:
Διεύθυνση: Μιαούλη 48, Πάτρα
Τηλέφωνο: 2610344700 και 2610344702
 
Επίσημη Ιστοσελίδα Κόμματος:

Ακολουθείστε μας στα Social Media


@ninikolopoulos

© Copyright 2009 - 2024 Νίκος Ι. Νικολόπουλος